Ο τοίχος της ινφάντα
Σκιά I :
Στον προσκέφαλο τοίχο
κάθησε ανάγλυφη η ομίχλη.
Λευκότερη της επιφάνειας,
ξεσήκωσε τον καθεδρικό και τ' αββαείο,
μανδύες της Μπέρθα
τους λευκούς γκρεμνούς
ξέβρασε
και τα όστρακα της Μάγχης
για να κροταλίζουν τάχα παρήγορα.
Σκιά II:
Ο προσκέφαλος τοίχος
κάθετος
Η φωτογραφία σου
οριζόντια.
Η υποτείνουσα απουσία σου
πραγματώνει το τρίγωνο.
Μη με λησμόνει.
Σκιά III :
Στήριξα ένα κερί και ένα καθρέφτη
στα απόκρυφά μου.
Ένιωσα τη σκιά του φύλου μου
να αιωρείται στον προσκέφαλο τοίχο,
τον καθρέφτη να σπάει
και να με ραντίζει με διαθλώμενα φύλα
αρσενικού.
Σκια IV:
Τα σεντόνια νοτίζουν
με βικτωριανό πυρετό.
Το παραμιλητό του βάρδου
αφρίζει στα χείλη μου .
Στον προσκέφαλο τοίχο ενα πορτραίτο μου:
Φέρω ένα μειδίαμα απο
χολερικά μαργαριτάρια.
Σκια V:
Σκύβει με ακρίβεια πάντα,
με μια συμπόνια ευνούχου.
Αφήνει τον άνειρο ύπνο μου
να ακουμπήσει μερικές φορές,
ο προσκέφαλος τοίχος.
Για ν’αποκοιμηθώ βαφτίζω
αποικίες για τον Φερδινάνδο.
Σκιά VI:
Ο χάρτης του σώματος μου
ξετυλίγεται σε προοπτική
ατμοσφαιρική
το σημείο φυγής άστατο κι αχνό-
σαν ζωηρό σπουργίτι
προς διέξοδον
ραμφίζει τον προσκέφαλο τοίχο.
Σκιά VII:
Κισσός που τρέφεται μ’ασβέστη
κι αρρώστια φύτρωσε.
Χωλαίνει ώρα την ώρα
ο προσκέφαλος μου τοίχος-
τρίζει υπόκωφα.
Τα πρώτα ρεύματα αέρα
και κουρνιαχτού.
Σκιά VIII :
Ακέφαλος τέλος ο τοίχος ,
μια κατ’οίκον απουσία.
Λίγοι καπνοί και μέλη που αλαφραίνουν,
παραδείσια κήρινη οσμή και τέλος μια
κάθοδος παγερή απ’το στόμα του τζακιού.
Όλο ένας αίσιος θάνατος ,
ένας εξαίσιος θάνατος ινφάντας.
Kλεινόν άλσος
Η ταχύτητα του δέντρου
είναι εγγενής στη
ρίζα.
Ιλιγγιώδης θρέψη.
Το όριο της συγκρούεται
στο θρόισμα.
Το κάλεσμα των
κουφαριών
-πουλιών, λαγών
κι εντόμων-
εθίζει τις ορδές του γρασιδιού
και τα υπόγεια
τάγματα των μυρμηγκιών.
ο αιφνιδιασμός των ρυακιών από
τα τόξα της βροχής
εμφύλιος έρωτας νερού με νερό-
με κάνουν να σχεδιάζω τον
δροσερό σου φόνο
παραβιάζω εν
γνώσει μου
δακτυλίους
φρακτών και βάτων
περπατώ περπατώ
και
με σκεπάζουν
προνύμφες
ναι,αυτή η βία της βλάστησης
ναι, αυτή η εφηβεία
της Φλώρας
(που συλλέγει
αλλεργίες
και τις εκτοξεύει στον αέρα τον καθάριο
για να σπάνε
δρόμο τα έντομα κι οι άνθρωποι
συλλέγει τους θρόμβους απ’τη σάρκα της που σφίγγανε τα πέπλα
και τους ανταλλάζει
μυστικά με ποιητών ύποπτα αγγίγματα
-είναι τόσο στενά
τα δάση σαν ξύλινοι κορσέδες
κι όλο τρομάζει αγόρια
σε όχθες ποταμών)
Στέκω κουκκίδα
στη στάση μου
γνέφω άσεμνα στον τοπιολάγνο
που κάθεται σε εξώτερο σκαμνί
Με μια κίνηση, του
αγριεύω το πράσινο
και ορμάω
ελικοειδώς στον ορίζοντα.
Η άλωση των
παραθεριστών
και η κατοχή του
ξέφωτου
αργούν πολύ
ευτυχώς.
Γελάω με τα ψιμμύθια
της άνοιξης
και τα αθροισμένα βλέμματα των αγελάδων
που αμυντικά
προσποιούνται τον
ταύρο.
Ψιθυρίζω φαύνα τ’
όνομα.
Αναγνωρίζω τον
αυτουργό της φύσης.
Απρίλιος 2013
Βlean forest
Γυναίκα που κλαίει
(ένα ποιηούργημα)
Κάθησα σε μια κούνια μεσα σε εναν πίνακα
Μέσα -εξω
ξεχύνουν άγνωστες,γριές λέξεις και φράσεις
χωρίς ανάσα
Ενώ θέλω να κλαψω
Ειναι σάλια που στάζουν,
το στόμα μου ανεξέλεγκτη
ξεχειλωμένη παρένθεση
Και δεν είπες
Και δεν είπα
Ερατούργημα έγινα.
Βωραίο στα μάτια σου μόνο.
Αθήνα
Μάιος 2008
**************************************************************************Μάιος 2008
Όλα τα πρωτότυπα κείμενα της ιστοσελίδας υπόκεινται στο νόμο και τις ειδικές διατάξεις περι
No comments:
Post a Comment